fbpx
FLIC ICONS
FLIC ICONS
FLIC ICONS
FLIC ICONS
/
/
/
Γιώργος Κασσιανός: Το κυπριακό κρασί, το παρόν και το μέλλον του (μέρος Α’) 
Κωδ. 23451
Man Avatar

Γιαννάκης Γιαννακού

Γιώργος Κασσιανός: Το κυπριακό κρασί, το παρόν και το μέλλον του (μέρος Α’) 

Μία συνέντευξη με το Γιώργο Κασσιανό

Στο διαρκές κυνήγι για την ανακάλυψη της ποιότητας που έχουμε αναλάβει ως ομάδα του FLIC, δεν θα μπορούσαμε να αφήσουμε έξω το κυπριακό κρασί που συνοδεύει κάθε ευχάριστη ή σημαντική στιγμή της καθημερινότητάς μας. Θεωρήσαμε σκόπιμο να ασχοληθούμε μαζί του από το ξεκίνημα αυτή της δημοσιογραφικής μας περιπέτειας. Συναντήσαμε τον κ. Γιώργο Κασσιανό, πρόεδρο του Παγκύπριου Συνδέσμου Οινοχόων ο οποίος είχε την ευγένεια να μας παραχωρήσει μια αποκλειστική συνέντευξη για το κυπριακό κρασί, το παρόν και το μέλλον του. 

Στο πλαίσιο αυτής της συνέντευξης ο κ. Κασιανός αναφέρθηκε με πειστικό και τεκμηριωμένο λόγο στην καταναλωτική συμπεριφορά των Κυπρίων, στην εκτίμηση που έχουν για το κυπριακό κρασί, στη θέση των εισαγόμενων κρασιών στην κυπριακή αγορά και στο μέλλον του κυπριακού κρασιού.

Τα τρία σημαντικά κεφάλαια α) Ο καταναλωτής και η σχέση του με το κυπριακό κρασί, β) Το εισαγόμενο κρασί στην Κύπρο, γ) Το μέλλον του κυπριακού κρασιού, θα αποτελέσουν μια τριλογία το πρώτο μέρος της οποίας σας προτείνουμε σήμερα.

Τις επόμενες εβδομάδες θα ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα. 

Συνέντευξη με το Γιώργο ΚασσιανόΑ’ μέρος:“Ο καταναλωτής και η σχέση του με το κυπριακό κρασί”

Ποια είναι η καταναλωτική συμπεριφορά του Κυπρίου ως προς το κρασί; Επιλέγει ή αγοράζει τυχαία; Προτιμά το χύμα, το φθηνό εμφιαλωμένο ή το ποιοτικό επώνυμο;

Στην Κύπρο δεν θεωρώ ότι τίθεται ο προβληματισμός για το «χύμα» κρασί στον βαθμό που υπάρχει στην Ελλάδα και αυτό διότι έχει παγιωθεί πλέον στις συνήθειες του Κυπριού να αγοράζει με το μπουκάλι. 

Χυμά κρασί, στην Κύπρο διέθεταν τα ξενοδοχεία πριν τον κορονοϊό στους τουρίστες που ερχόταν με πακέτα «All inclusive». Σε αυτούς προσέφεραν καράφα ή κρασί με το ποτήρι σε συσκευασία «τετραπάκ» με εσωτερικό ασκό (αντίστοιχη ποιότητα του χυμά κρασιού). 

Ο Κύπριος όταν βγει έξω θα πάρει μπουκάλι ή θα παραγγείλει από τα κρασιά που ο συγκεκριμένος χώρος διαθέτει με το ποτήρι (όχι χύμα). Άρα, όπως λέμε και εμείς οι ειδήμονες του κρασιού, «έχει ορθή οινική συμπεριφορά». Τώρα όσον αφορά γενικότερα την καταναλωτική συμπεριφορά του Κυπριού υπάρχει σίγουρα μια συνεχής αυξητική τάση, με εξαίρεση το γλυκό κρασί. Δηλαδή υπάρχει αύξηση στην κατανάλωση αφρώδους, αύξηση στην κατανάλωση ροζέ, αύξηση σίγουρα και στην κατανάλωση λευκών κρασιών και, κατά τη γνώμη μου, ίσως μια μικρή μείωση στα κόκκινα. 

“Ο Κύπριος έχει ορθή οινική συμπεριφορά”

Η μείωση αυτή προκύπτει ως συνέπεια των κλιματολογικών συνθήκων που επικρατούν στην Κύπρο με τα μακριά θέρμα καλοκαίρια και τους μικρούς σε διάρκεια ήπιους χειμώνες. Εκτός από το πιο πάνω λόγω του ότι, σήμερα πλέον η Κύπρος φημίζεται για το ποιοτικό λευκό κρασί, έχει θεωρώ καθιερωθεί στη συνείδηση του Κυπρίου περισσότερο το λευκό κρασί παρά το κόκκινο. 

Όσον αφορά την επιλογή, φθηνού ή επωνύμου ποιοτικού ξεκάθαρα η τάση είναι προς το επώνυμο. Γενικά ο Κύπριος έχει μια αδυναμία στο επώνυμο. 

Για παράδειγμα το γαλλικό θεωρείται ως  «ΤΟ ΚΡΑΣΙ». Το ελληνικό επίσης χαίρει μεγάλης υπόληψης, αλλά και όσον αφορά στα κυπριακά κρασιά πάλι ο Κύπριος αναζητά το επώνυμο και στρέφεται προς κάποια συγκεκριμένα οινοποιεία που θεωρείται ότι ξεχωρίζουν ποιοτικά.

Το κοινό δε που έχει κάποια οινική κουλτούρα έχει την τάση να θέλει να δοκιμάσει καινούργια κρασιά, νέες ποικιλίες, πρωτοεμφανιζόμενα μικρά οινοποιεία. Γενικά το κοινό επιδιώκει την καινούργια εμπειρία και το κάτι το διαφορετικό, παρόλο που γνωρίζει τα επώνυμα και έχει τ ‘αγαπημένα του τα οποία καταναλώνει με μεγαλύτερη συχνότητα.

Ο Κύπριος καταναλωτής εκτιμά το κυπριακό κρασί ή το αγοράζει επειδή του είναι οικείο, είναι πιο φθηνό, είναι από τον τόπο του;

Δεν θα έλεγα ότι είναι πιο φθηνό, διότι υπάρχουν αρκετά εισαγόμενα κρασιά που είναι πιο φθηνά, ιδίως στις υπεραγορές. Στο παρελθόν το υποτιμούσαν το κυπριακό κρασί και ακόμα υπάρχει μια σχετική υποτίμηση. Ωστόσο τα κυπριακά οινοποιεία έχουν βγάλει, σε μικρές ακόμα ποσότητες, μια σειρά από «πειραματικά» κρασιά από νέες τοπικές ποικιλίες που αναδεικνύουν το μεγαλείο και τη μοναδικότητα αυτών των ποικιλιών, διευρύνοντας τον οινικό χάρτη της Κύπρου, ενώ πρόκειται ταυτόχρονα για ποικιλίες καλά προσαρμοσμένες στις ξηροθερμικες κλιματολογικές συνθήκες της Κύπρου. 

Αυτή η προσπάθεια των οινοποιών εκτός από το ότι αναδεικνύει και αξιοποιεί την αυθεντικότητα και τη μοναδικότητα του τοπικού αμπελώνα, δίνει κίνητρο στον καταναλωτή να δοκιμάσει καινούργιες ετικέτες, να γευθεί κάτι το διαφορετικό, να αποκτήσει οικειότητα με πιο πολύπλοκα και πιο ιδιαίτερα κρασιά, να μπει σε μια διαδικασία εξερεύνησης του κρασιού της Κύπρου και να τον βοηθήσει να ξεφύγει από τις οικονομικές ετικέτες των οινοποιείων, αναζητώντας το ξεχωριστό και ιδιαίτερο. 

Έτσι σταδιακά εντάσσεται  στην κουλτούρα του Κύπριου καταναλωτή ότι για κάθε ξεχωριστή περίσταση και διάθεση υπάρχει ένα ιδιαίτερο κρασί που μπορεί να ταιριάξει καλυτέρα, προσφέροντας μεγαλύτερη ικανοποίηση.

Επιπρόσθετα η πρακτική αυτή των κυπριακών οινοποιείων ενισχύει την αύξηση των οπαδών του κρασιού και των οινόφιλων και ειδικότερα εκείνων που αναζητούν να διευρύνουν την οινική τους εμπειρία. 

“Το ξυνιστέρι έχει ήδη αποδείξει την δυνατότητα για παραγωγή ποιοτικού κρασιού, αλλά συνεχίζει να μας εκπλήσσει με το εύρος και την πολυδυναμικότητα του χαρακτήρα του”

Αυτή η καινούργια ευκαιρία και πρόκληση για το κυπριακό κρασί, θα πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε, προέρχεται από τους ίδιους τους οινοποιούς και της γενικευμένης πλέον προσπάθειας για πειραματισμό και ανάδειξη παραγνωρισμένων και ξεχασμένων ποικιλιών του τοπικού αμπελώνα. 

Το πιο κατοχυρωμένο ξυνιστέρι έχει ήδη αποδείξει την δυνατότητα για παραγωγή ποιοτικού κρασιού, αλλά συνεχίζει να μας εκπλήσσει με το εύρος και την πολυδυναμικότητα του χαρακτήρα του. Εκτός από το απλό πιο παραδοσιακής οινοποίησης κρασί βλέπουμε ότι ανταποκρίνεται και στο βαρέλι διάφορων τύπων, ακόμα και ακακίας, οινοποίηση με τις οινολάσπες, με αυτόχθονες ζύμες, με ανάδειξη μοναδικότητας μέσω teroir, ακόμα και με μικρές διαφοροποιήσεις, για παράδειγμα αν έχει νότια, ή δυτική κ.λπ. έκθεση στον ήλιο. 

Παράλληλα η ανάδειξη της μοναδικότητας/αυθεντικότητας αλλά και ταυτόχρονα ανώτερης ποιότητας του «single vineyard» και όλη αυτή η εμπειρία με το ξυνιστέρι, σύντομα θα οδηγήσει σε ανάλογη πορεία και πειραματισμό και με τις υπόλοιπες ποικιλίες, όπως η μωροκανέλλα, η βασίλισσα κ.λπ. Για παράδειγμα, η πρωμάρα ήδη ξέρουμε ότι ανταποκρίνεται πολύ καλά στο βαρέλι. Παρατηρούμε ακόμα ότι το μαύρο καθιερώνεται ως το κόκκινο κρασί του καλοκαιριού, αυξάνεται συνεχώς η χρήση της «Λευκάδας», του «οφθαλμόν» κ.λπ. 

Στο σημείο αυτό, θέλω να τονίσω, ότι το καθήκον κάθε εστιάτορα κάποιου επιπέδου είναι να προωθήσει περισσότερο αυτά τα κρασιά, να φέρει σε επαφή το κοινό του με τις καινούργιες οινικές εμπειρίες και τον ολοένα και επεκτεινόμενο οινικό χάρτη της Κύπρου, παρά τα παραδοσιακά καθιερωμένα κρασιά που τα βρίσκει κάνεις και σε όλες τις υπεραγορές.

Scroll to Top